Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

2011-004 Η αληθινή πίστις προς τον Χριστό


Η αληθινή πίστις προς τον Χριστό

Αγαπητοί αδελφοί, έχω ακούσει πολλές φορές πως ο Απόστολος Θωμάς ήταν άπιστος.  Μα ο Θωμάς ούτε άπιστος, ούτε δύσπιστος ήταν, όπως τον χαρακτηρίζουν πολλοί Χριστιανοί, και δεν τους αδικώ. Ήταν πρακτικός άνθρωπος. Ήθελε να διαπιστώσει στην πράξη εκείνα που του έλεγαν.
Του είπαν πως ανεστήθη ο Χριστός. Εντάξει, αυτός ήταν ο θεωρητικός λόγος που άκουσε, αλλ’ εκείνος ήθελε να το δει και εμπράκτως...
Αυτός ήταν ο Θωμάς. Όμως, ο Θωμάς αγαπούσε τον Χριστό περισσότερο απ’ όλους τους Αποστόλους. Και αυτό θέλουμε να δούμε μέσα από την Αγία Γραφή, και συγκεκριμένα από την Καινή Διαθήκη. Αυτό το περιγράφει πολύ καλά ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Αλλά, πριν φθάσωμεν στον Θωμάν, ας ίδωμεν τι επροηγήθη με τον Χριστό και τους μαθητές του.
Όπως γνωρίζωμεν, ο Χριστός εδίδασκε στην Παλαιστίνη, πολλές φορές στα Ιεροσόλυμα, επέρασε από την Σαμάρεια, αλλά κυρίως στην Ιουδαία, στην πρωτεύουσά της, την Ιερουσαλήμ. Όμως, οι Εβραίοι, ήλθε εποχή που ήθελαν να τον φονεύσουν. Τον εμίσησαν πολύ! Γιατί; Διότι πίσω από τον Χριστό άρχισε ν’ ακολουθεί ο εβραϊκός λαός. Άκουγεν από το στόμα του την σοφία του Θεού, έβλεπε, μέσω των έργων του, την θαυματουργό δύναμή Του, και προσκολλάτο στον Χριστό.

Λέγει, λοιπόν, στο τέλος του δεκάτου κεφαλαίου, του, κατά Ιωάννην Ευαγγελίου: «Εζήτουν [ουν] πάλιν αυτόν πιάσαι. Και εξήλθεν εκ της χειρός αυτών». Δηλαδή, οι Εβραίοι ζητούσαν να τον πιάσουν, να τον στραγγαλίσουν, αλλ’ Εκείνος έφευγε μέσ’ από τα χέρια τους. Εδώ βλέπουμε πως ο Κύριος έχει δύο φύσεις: Την Θεϊκή και την ανθρωπίνη. Όπου, λοιπόν, ήθελε, εκάλυπτε την ανθρώπινη φύση του με την Θεϊκή. Με αυτή την δύναμη ξέφευγε από τα χέρια τους.
Εις την συνέχειαν λέγει: «Και απήλθεν πάλιν πέραν του Ιορδάνου εις τον τόπον όπου ήν Ιωάννης το πρώτον βαπτίζων, και έμεινεν εκεί». Δηλαδή, τους εξέφυγε, και πήγε πέραν του Ιορδάνου ποταμού, στην έρημο όπου ήταν ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, ο οποίος ετρέφετο με ακρίδες, ενδύετο με προβιά και εβάπτιζε. Εκεί, λοιπόν, επήγεν ο Κύριος με τους μαθητές του. Όχι επειδή εφοβείτο τους Ιουδαίους, αλλά γιά να μην τους σκανδαλίζει την παρουσίαν Του. Αυτό είναι το μέγα δίδαγμα που λαμβάνουμε από την απομάκρυνση του Χριστού απ’ όσους τον φθονούσαν. Ποίο είναι το συμπέρασμα; Αν γνωρίζουμε πως μας φθονεί κάποιος και το μίσος του είναι τόσον μεγάλο, ώστε όσες φορές μας αντικρίζει ταράσσεται και είναι έτοιμος να μας κάνει κακόν και ν’ αμαρτήσει, τότε η απομάκρυνσις αποτελεί την λύση του προβλήματος. Να κρατήσουμε απόσταση ασφαλείας. Αυτό έπραττεν ο Χριστός.
Έως εδώ λοιπόν, βλέπουμε πως ο Κύριος διώκεται, οι διώκτες του κατέχονται από μέγα φθόνον εναντίον του, και ήσαν πρόθυμοι να τον φονεύσουν. Αλλ’ ενώ εξέφυγεν από τας χείρας των και απεμακρύνθη των Ιεροσολύμων καταφύγας στην έρημο του Ιορδάνου, ακούστε τι συνέβη; «Απέστειλαν ουν αι αδελφαί προς αυτόν λέγουσαι. Κύριε, οίδε ον φιλείς ασθενεί». Δηλαδή, αι αδελφαί του Λαζάρου, απέστειλαν ανθρώπους να ειδοποιήσουν τον Κύριον πως ο αδελφός τους ασθενεί.
Διαβάζω παρακάτω: «Ως ουν ήκουσεν ότι ασθενεί, τότε μεν έμεινεν εν ω ην τόπω δύο ημέρας». Δηλαδή, ενώ επληροφορήθη πως ο Λάζαρος είναι άρρωστος, δεν έσπευσεν αμέσως γιά να τον θεραπεύσει, αλλά παρέμεινε δύο ημέρες ακόμη στον τόπον του, πριν μεταβεί πλησίον του. Γιατί; Διότι ήθελε ν’ πεθάνει ο Λάζαρος, ν’ αρχίσει να δυσοσμεί, να τον αναστήσει και ν’ αποδείξει πως είναι Θεός αληθινός, που ήλθεν επί της γης γιά την χάριν μας, φορώντας ανθρωπίνη σάρκα.
«Έπειτα μετά τούτο λέγει τοις μαθηταις. Άγωμεν εις την Ιουδαίαν πάλιν». Δηλαδή, ο Χριστός λέγει στους μαθητές του να μεταβούν και πάλι στην Ιουδαία, εκεί όπου τον είχαν πιάσει. Εδώ καταλαβαίνουμε πόσο εξεπλάγησαν οι μαθητές. Διότι ενώ έφυγαν από τους Ιουδαίους επειδή ήθελαν να τους κάνουν κακό, τους ανακοίνωσε πως ήθελε να επιστρέψουν. Άνθρωποι ήσαν και αυτοί, χωρίς ακόμη να έχουν λάβει το Άγιον Πνεύμα και να καταστούν δυνατοί. Και λέγουν στον Χριστό: «Ραββί, νυν εζήτουν σε λιθάσαι οι Ιουδαίοι, και πάλιν υπάγεις εκεί;». Δηλαδή, του είπαν: «Δάσκαλε, οι Ιουδαίοι ήθελαν να σε λιθοβολήσουν και μας λέγεις να επιστρέψουμε;». Έως εδώ βλέπουμε πως οι μαθηταί, από ανθρωπίνην αδυναμία και έλλειψη μεγάλης πίστεως, δεν ήθελαν να επιστρέψουν.
Ακούστε τώρα την αγάπη, την ευγνωμοσύνη και την πίστη του Θωμά: «Είπεν ουν Θωμάς ο λεγόμενος Δίδυμος τοις συμμαθηταίς. Άγωμεν και ημείς, ίνα αποθάνωμεν μετ’ αυτού». Δηλαδή, ο Θωμάς είπε στους συμμαθητές του, να υπάγουν μαζί Του και να πεθάνουν μαζί με τον Χριστό. Δεν υπάρχει γλυκύτερος θάνατος από το να πεθάνεις μαζί με τον Χριστό! Και πότε συμβαίνει τούτο; Όταν την ώρα του θανάτου σου δεν φοβάσαι! Δεν λυπάσαι! Δεν στεναχωρείσαι γιά ό,τι μάταιο αφήνεις πίσω σου, αλλ’ έχεις την χαρά πως φεύγεις από τούτο τον κόσμο μαζί με τον Χριστό! Γι’ αυτό σταυρώθηκε! Γι’ αυτό αναστήθηκε! Γι’ αυτό εχάραξε τον δρόμο του ανθρώπου προς τον ουρανό! Πως άνοιξε τούτο τον δρόμο; Αφού ενεδύθη την ανθρώπινην σάρκαν, ως άνθρωπος διήνυσε την διαδρομή μέχρι να φθάσει στο βασίλειο του Κυρίου. Άρα, είχε πάρει τον εαυτό μας μαζί του και τον ανέβασε στον ουρανό.
Βλέπουμε λοιπόν, πως ο Θωμάς εξέφρασε την βαθεία ευγνωμοσύνη του προς τον Χριστό. Διότι είχε δει την παντοδυναμία και τον πόθο Του να διακονεί, παρά να διακονείται από τους άλλους. Απόδειξις ήταν πως, όταν επείνασαν χιλιάδες άνθρωποι, ο Χριστός τους εχόρτασε με πέντε άρτους, όπως γνωρίζετε. Συνεπώς, ο Θωμάς εγνώριζεν καλώς πως ο Χριστός ήλθε γιά να προσφέρει. Επιπροσθέτως, με την φώτιση του Αγίου Πνεύματος, κατανοούσε πως έχει απέναντί του Εκείνον ο οποίος αποτελούσε την πηγή της σοφίας, ο Κύριος όλων των κυρίων και ο Διδάσκαλος όλων των διδασκάλων. Γι’ αυτό, λοιπόν, ήθελε να πεθάνει μαζί Του.

Πως θα το μεταφέρουμε αυτό στον εαυτόν μας; Όταν με πολύ απλό τρόπο βάλουμε μέσα στο μυαλό και στην καρδιά μας, πως γιά την χάριν του Χριστού είμαστε διατεθειμένοι να πτωχεύσουμε, ν’ αρρωστήσουμε, να πονέσουμε, ν’ αντιμετωπίσουμε οποιονδήποτε πειρασμό, οποιαδήποτε ύβριν, κακή συμπεριφορά του διπλανού μας. Τότε μιμούμεθα τον Θωμά, ο οποίος είπε πως γιά την χάριν Του ας πεθάνουμε μαζί Του. Μα, το να πεθάνεις μαζί Του, αποτελεί την μεγίστην θυσίαν που δύνασαι να κάνεις γιά την χάριν του Χριστού. Και αυτή την θυσία έπραξαν όλοι οι μάρτυρές Του, και γενικότερα ο κάθε μάρτυρας, ο οποίος καθ’ ει τρόπω διάγει μαρτυρική ζωή, είτε εξ αιτίας του ετέρου ημίσεως, είτε εξ αιτίας των τέκνων, είτε εξ αιτίας κακών και φθονερών συνανθρώπων του. Εάν τούτο το μαρτύριο το υποστείς με ηρεμία ψυχής και με την πεποίθηση πως «χαίρεται» ο Κύριός σου όταν, υφιστάμενος το μαρτύριο δεν βογγάς, τότε θ’ αποχωρήσης εκ του κόσμου τούτου μαζί με τον Χριστόν! Αποτελεί μεγίστη πράξη το να είσαι ευγνώμων στον ευεργέτην σου. Και στη συγκεκριμένη περίπτωση, στον ευεργέτη Χριστόν!
Και η Παλαιά Διαθήκη επαινεί την ευγνωμοσύνη, στην Σοφίαν Σειράχ, όπου ο συγγραφεύς ως να εγνώριζε πως ο Χριστός θα θυσιασθεί υπέρ των πολλών. Προς τούτο, συνέγραψε ενα εδάφιο, το οποίο αποδεικνύει πως οι συγγραφείς της Παλαιάς Διαθήκης είχαν ήδη τη φώτιση του Θεού. Διαβάζω στο 29ο Κεφάλαιο: «Χάριτος εγγύου μη επιλάθη, έδωκε γαρ την ψυχήν αυτού υπέρ σού». Δηλαδή, να μη φανείς αγνώμων εις εκείνον ο οποίος εγγυήθηκε γιά την σωτηρία σου. Μα, υπάρχει μεγαλύτερη εγγύησις από εκείνη που έδωσεν ο Κύριος διά της σταύρωσης και της ανάστασής Του; Ο σταυρός αποτελεί την επίγεια ζωή μας, η δε ανάσταση αποτελεί το μέλλον μας. Ουσιαστικά, ο συγγραφεύς μας προτρέπει να μην ξεχνούμε τον ευεργέτη, ο οποίος έδωσε την ψυχή του και εθυσιάσθη γιά να μας εγγυηθεί την μέλλουσα ζωή.

Ο δε Απόστολος Παύλος, μας κατευθύνει προς τούτο, δίδοντάς μας τις προϋποθέσεις γιά να ελπίζουμε ουχί στα παρόντα και μάταια, αλλά στα μέλλοντα. Στην, προς Εβραίους επιστολήν του, στο 13ο Κεφάλαιο, μας αναφέρει: «Ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν». Δηλαδή, δεν είν’ εδώ, στην γη, το μέλλον μας. Ζούμε σε μία πόλη ή χωριό, αλλ’ είμαστε «περαστικοί». Η γη αποτελεί ενα «κέντρο διερχομένων», το οποίο διασχίζουμε γιά να φθάσουμε στη μέλλουσαν κατοικία μας. Γνωρίζετε τι σημαίνει αυτό; Πως εκείνος που ελπίζει στη μέλλουσα κατοικία, στην άλλην, την αληθινήν ζωήν, προσπαθεί ν’ απομακρύνεται από το κοσμικό φρόνημα, δηλαδή τον τρόπο που σκέπτεται ο κόσμος. Ας λάβουμε την ενδυμασίαν. Ο κόσμος ενδιαφέρεται να ενδύεται προκλητικά, γιά να προκαλείται «σάρκα προς σάρκαν». Δυστυχώς, πολλοί χριστιανοί και χριστιανές ενδύονται πολυτελώς και προκλητικώς. Ενώ, ο σωστός χριστιανός δεν παρασύρεται, αλλά παραμένει απλός και εις ουδεμία περίπτωση δεν προκαλεί με την ενδυμασία του. Σε άλλη περίπτωση, στις διακοπές του επί παραδείγματι, δεν τον ενδιαφέρει ο εκκλησιασμός, φθάνει να περνά καλώς.
Ενώ, εκείνος που ζει συμφώνως με το θέλημα του Θεού, θα υπάγει σε διακοπές, αλλά πρωτίστως θα επισημάνει την πλησιέστερη εκκλησία γιά να εκκλησιασθεί την Κυριακή. Αυτά, αποτελούν απλά παραδείγματα, γιά να δείτε τι σημαίνει κοσμικός άνθρωπος, και άνθρωπος του Θεού. Δεν είναι δύσκολο να είσαι άνθρωπος του Θεού. Φθάνει να συνδυάζεις την ζωήν σου με τα αρέσκοντα στον Θεό, και να μην παρασύρεσαι μονομερώς από τα όσα ο κόσμος φρονεί.
Ας αναφέρω ένα άλλο παράδειγμα. Θέλεις να παντρέψεις την θυγατέρα σου, και σκέπτεσαι «ποίος είναι ο γαμπρός; Τι περιουσίαν έχει; Ποιά είναι η εργασία του; Ποιά η θέση του εντός της κοινωνίας;» Το μόνο που δεν ρωτάς είναι: «Πόσον ευσεβής είναι; Εκκλησιάζεται; Κοινωνεί; Είναι καλός χριστιανός και άνθρωπος;» Να, λοιπόν που το κοσμικόν φρόνημα σου υπαγορεύει να σκεφθείς: «Προτίμησέ τον εάν κατέχει περιουσία, η θέση του είναι καλή, και γενικώς εάν έχει μία ψευδεπίγραφο κοσμική υπόληψη, συνεπώς είναι καλός». Το αποτέλεσμα; Έρχεται η ώρα, και πολύ συντόμως, που ή θα χωρίσουν, ή θα γυρίσει ο ένας την πλάτη στον άλλο. Διότι όταν έπρεπε, δεν εσκέφθης συμφώνως με το θέλημα του Θεού.
Τα λέγω αυτά γιά να κατανοήσουμε πως εμείς, οι οποίοι έχουμε λάβει πλώρη γιά την αιώνια κατοικία μας, δεν θα πρέπει, εν ουδενί περιπτώσει, να παρασυρόμεθα από το κοσμικό φρόνημα. Επαναλαμβάνω πως το κοσμικό φρόνημα το υιοθετούν οι πολλοί, ακόμη και χριστιανοί, ισχυριζόμενοι πως δεν θέλουν ν’ αποτελέσουν εξαίρεση, αφού έτσι κάνουν οι περισσότεροι.
Μην ξεχνάτε πως η Εκκλησία μας, τουλάχιστον σε όσα λέγει, στέκεται σε ένα θαυμαστό πνευματικόν ύψος. Σας αναφέρω ενα παράδειγμα από το μυστήριο του γάμου. Όταν ο ιερεύς εκφωνεί τα λόγια του γάμου, λέγει: «να του προστατεύσει ο Θεός, όπως επροστάτευσε τον Ιωνά εντός της κοιλίας του κήτους, και όπως επροστάτευσε τους τρεις παίδες εν τη καμίνω, και όπως επροστάτευσε τον Νώε εντός της κιβωτού». Γνωρίζετε διατί τα λέγει αυτά η Εκκλησία; Όταν αναφέρει την κιβωτό, εννοεί την Εκκλησία, και παρακαλεί να προστατευθεί αυτό το ζεύγος εντός της Εκκλησίας, εντός την κιβωτού της σωτηρίας, όπως ο Νώε. Όταν αναφέρεται στην τριήμερο προστασία του Ιωνά εντός της κοιλίας του κήτους, εννοεί την ανάσταση, όπως και ο Κύριος ανεστήθη έπειτα από τρεις ημέρες. Γιατί αναφέρει την ανάσταση; Διότι δεν υπάρχει άλλη χαρά στο ζεύγος και την οικογένεια την οποία πρόκειται να δημιουργήσει, εκτός της χαράς της αναστάσεως. Αλλά, γιά να επιτευχθεί αυτό, πρέπει να έχουν αναστηθεί οι ψυχές αμφοτέρων. Αναφέρει κατόπιν την προστασία των τριών παιδιών από την φλόγα της καμίνου, τα οποία συμβολίζουν την Αγία Τριάδα, η οποία είναι  πυρ που δεν καίει, ει μη μόνον τις αμαρτίες και το κακόν, χωρίς να καίγεται η ιδία. Εν κατακλείδει, προτρέπει το ζεύγος να έχει την Αγία Τριάδα ως αρχή, ως θεμέλιο της συζυγικής ζωής. Με αυτόν τον τρόπο, καμμία «φωτιά» του κόσμου τούτου δεν θα την διαταράξει.
Λοπόν, η Εκκλησία μας τα επισημαίνει. Όμως, ο Κύριος είπεν: «Ο έχων ώτα ακουέτω». Δηλαδή, θα πρέπει όσα ακούμε στην Εκκλησία και στα κηρύγματα, θα πρέπει να τα ακούμε και να τα βάζουμε στην καρδιά μας, και να αγωνιζόμεθα να τα ομολογούμε και να τα βιώνουμε.

Ιδού τι λέγει παρακάτω: «Δι’ αυτού ουν αναφέρωμεν θυσίαν αινέσεως διά παντός τω Θεώ, τούτ’ έστιν καρπόν χειλέων ομολογούντων τω ονόματι αυτού». Πότε εμείς προσφέρουμε την θυσία διά του Κυρίου Ιησού Χριστού; Κατά την Θεία Λειτουργία, της οποίας κέντρον αποτελεί η Θεία Κοινωνία, δηλαδή το μυστήριον της Θείας Ευχαριστίας. Τότε, διά του Κυρίου Ιησού Χριστού, κάνουμε θυσία, η οποία ευχαριστεί ιδιαιτέρως την Αγίαν Τριάδα. Αυτό, όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, αποτελεί ομολογία, καρπόν των χειλέων. Διότι την ώρα που τελείται η Θεία Ευχαριστία, ακούγεται από τα χείλη των ιερέων και των ψαλτών η ευχαριστία μας προς τον Κύριον γιά την σωτήριο προσφορά, την οποία μας έκανε.

Τούτο είναι το πρώτο σκέλος, ο εκκλησιασμός, η ομολογία του συνόλου της Εκκλησίας υπέρ του Χριστού. Όμως, δεν σταματά εκεί ο Απόστολος Παύλος. Ακούστε τι λέγει παρακάτω: «Της δε ευποιΐας και κοινωνίας μη επιλανθάνεσθε, τοιαύταις γαρ θυσίαις ευαρεστείται ο Θεός». Δηλαδή, το ενα σκέλος της θυσίας είναι το λειτουργικό, κατά το οποίον ομολογούμε εντός της εκκλησίας. Το έτερο σκέλος είναι η διακονία που κάνεις σε όσους έχουν ανάγκην, είτε είναι σε κάποιο νοσοκομείο, ή φυλακή, είτε πτωχοί γείτονες, και μύριες όσες περιπτώσεις ευποιΐας, ήτοι, καλής πράξεως.
Είθε να μας αξιώσειν ο Κύριος...