Σάββατο 13 Αυγούστου 2011

2011-005 Η λύπη ως φόρτος ψυχής

Η λύπη ως φόρτος ψυχής

Ο καλός χριστιανός αγκαλιάζει όλους τους συνανθρώπους του, ασχέτως ένδυσης και πλούτου. Ιδιαιτέρως, συνδράμει και περιθάλπτει τους πτωχούς. Κάθε άνθρωπος πρέπει να μιμείται τις πράξεις του Χριστού, ν’ αποτελεί την εικόνα του Χριστού, να είναι απλός και πρόθυμος να μοιραστεί τα υπάρχοντά του με όσους έχουν ανάγκη.
Αυτό δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει και πλούσιος που να είναι εικόνα του Χριστού. Πάρτε ως παράδειγμα τον Αβραάμ, ο οποίος είχε τόσα πλούτη, που πολλές φορές ακούω να λένε ως ευχή: «Ν’ αποκτήσεις τα πλούτη του Αβραάμ».
Αλλά, τα πλούτη του Αβραάμ δεν ήσαν γιά τον ίδιο. Τα διέθετε σε όλους τους άλλους. Και όποιος περνούσε έξω από το σπίτι του, έπρεπε να φιλοξενηθεί, να φάγει, να πιεί, να ξαποστάσει, και κατόπιν να συνεχίσει την οδοιπορία του. Γι’ αυτό, αναφέρει η Γραφή, ο Θεός αξίωσε τον Αβραάμ να φιλοξενήσει τον ίδιο τον Θεό, ο οποίος επαρουσιάσθη υπό μορφήν τριών Αγγέλων!
Βλέπετε πως η προσφορά στον πτωχό, ο εναγκαλισμός του, είναι η πράξις που ευχαριστεί τον Χριστόν, και όχι η απόρριψις, ή καταδίκη του, η κακή συμπεριφορά, επειδή ο πτωχός συνήθως ενδύεται πτωχικά.
«Υμείς δε ητιμάσατε τον πτωχόν» (επιστολή Ιακώβου, Κεφ. 2), δηλαδή, με το να διακρίνετε τον πλούσιον, δίδοντάς του εξέχουσα θέσιν, ατιμάσατε τον πτωχόν, τον προσβάλατε! Δηλαδή, σας λέγει πως δεν είσθε Χριστιανοί! Αυτό θέλει ο Χριστός; Να είμεθα υπέρ των ευκατάστατων, και όταν αντικρίσουμε έναν κουρελή να τον απορρίψουμε και να μην θέλουμε να τον πλησιάσουμε;
Όλα αυτά, είναι βιώματα που τα ζούμε κάθε ημέρα. Παρατηρούμε ανθρώπους που θεωρούν τους εαυτούς των προνομιούχους και καλύτερους των άλλων, ν’ αποστρέφονται τους πένητες, τους ζητιάνους, τους ανάπηρους, και γενικά όσους φαινομενικά θεωρούν πως είναι σε κατώτερη μοίρα. Αυτό, βεβαίως, δεν το θέλει ο Θεός.
Αλλά και δεν θέλει ο Θεός να λυπούμεθα υπερβολικά όταν αντικρίζουμε μίαν οποιαδήποτε κατάσταση του κόσμου τούτου.
Γιατί το λέγω αυτό; Διότι όταν λυπηθείς υπερβολικά, καταστρέφεις τον εαυτόν σου. Και μάλιστα, ας δούμε τι λέγει ο Θεός γι’ αυτούς οι οποίοι λυπούνται υπερβολικά. Θα διαβάσουμε από την «Σοφία Σειράχ», Κεφ. 30: «Μη σως εις λύπην την ψυχήν σου και μη θλίψης σεαυτόν εν βουλή σου». Δηλαδή, μην φορτώσεις την ψυχή σου με λύπη. Περί ποίας λύπης εννοεί; Την λύπη του κόσμου. Γνωρίζετε γιατί λυπάται ο κόσμος; Είτε όταν τα οικονομικά του δεν βαίνουν καλώς, είτε η εργασία του, είτε εις έναν θάνατον ακόμη. Λυπάται υπερβολικά. Αυτή η λύπη κατατρώγει εσωτερικά τον άνθρωπο, όπως το σκουλήκι κατατρώγει το εσωτερικό του δένδρου, και όταν το βλέπει πέφτει, αναρωτάσαι γιά το τι έπταιγε. Κατόπιν ανακαλύπτεις πως το δένδρο εφαγώθη εσωτερικά από κάποιο σαράκι. Τέτοιο σαράκι είναι η, κατά κόσμον, λύπη, δηλαδή η λύπη που σου δημιουργούν τα μάταια, τα πρόσκαιρα, αυτά που σήμερα υπάρχουν, αλλά αύριο θα γίνουν χώμα και καπνός.
Όμως, ακούγεται λίγο παράδοξα το ότι, όταν βρίσκεσαι ενώπιον ενός αγαπημένου προσώπου, δεν πρέπει να λυπάσαι υπερβολικά. Διότι, ο Χριστιανός ο οποίος προσδοκά στα μέλλοντα, και γνωρίζει πως είναι περαστικός σε αυτή την γη, χαίρεται όταν έλθει η ώρα να μεταβεί η ψυχή του στα αιωνίως χαρούμενα μέλλοντα, και να φύγει από την γήϊνη ταλαιπωρία. Όμως, ο σαρκικός άνθρωπος λυπάται ενίοτε τόσον πολύ, όταν αντικρίζει ένα αγαπημένο του πρόσωπο να φεύγει απ΄ αυτή την γη, ώστε αυτή η λύπη μετατρέπεται σε σαράκι εντός, του, σε όλη του την ζωήν.
Ήκουσα άνθρωπον, όταν έφθανε προς το τέλος του, να μου λέγει: «και τι κατάλαβα, με τόσον πόνο και λύπη που ένοιωθα σε όλη μου την ζωήν γιά το τέκνο μου; Αυτό με κατάφαγε, με γέρασε πρόωρα, με έφερε στον θάνατο».

Είναι φοβερό, να μην χαλιναγωγείς την λύπη σου, τα συναισθήματά σου, αυτά που γεννά το χωμάτινο μυαλό του ανθρώπου. Και γιά να επιτύχεις αυτή την χαλιναγώγηση, πρέπει ν’ ακούς τον λόγο του Θεού, να γνωρίζεις τι ζητά ο Θεός από τον άνθρωπο, και ακόμη, να πιστεύσεις πως η αληθινή ζωή και κατοικία μας, δεν βρίσκεται στην γη, αλλά στον ουρανό. Η γήϊνη ζωή είναι πρόσκαιρος, ενώ η ουράνιος ζωή είναι αιώνιος. Η κατοικία της γης, μ’ έναν σεισμό σωριάζεται, ενώ η κατοικία τ’ ουρανού είναι αιώνιος, και καμμία δύναμις δεν ημπορεί να την διαλύσει. Εάν σκεπτόμεθα έτσι, δεν θα μας κατατρώγει η θλίψη όταν χάνουμε ένα αγαπημένο μας πρόσωπο.
Όμως, έχω ακούσει και άλλους να λένε: «έφυγε από τον κόσμο τούτο και τι έχασε; Τούτος ο κόσμος αποτελεί μίαν ταλαιπωρία, εκεί που πήγε τώρα, θα αναπαύεται και θα προσεύχεται γιά μάς». Αυτός είναι ο πραγματικός Χριστιανός!
Επομένως, μακριά από υπερβολική λύπη. Ουσιαστικά, λέγω πως δεν πρέπει να λυπούμεθα καθ’ όλου γιά τα εγκόσμια.

Ας δούμε παρακάτω: «Ευφροσύνη καρδίας ζωή ανθρώπου, και αγαλλίαμα ανδρός μακροημέρευσις». Δηλαδή, όταν ο άνθρωπος διώχνει την συναισθηματική λύπη και είναι χαρούμενος εσωτερικά, έχει ως αποτέλεσμα την μακροημέρευση, και επιπροσθέτως την ορθή σκέψη και συμπεριφορά. Διότι δεν έχει φθείρει, με την διαρκή υπερβολική λύπη τον εσωτερικό του κόσμον.
Και συνεχίζει: «Αγάπα την ψυχήν σου και παρακάλει την καρδίαν σου και λύπην μακράν απόστησον από σου. Πολλούς γαρ απώλεσεν η λύπη, και ουκ έστιν ωφέλεια εν αυτή». Δηλαδή, πρόσεχε την ψυχούλα σου και μην επιτρέπεις την καρδιά σου να φιλοξενεί διαρκώς την λύπη, διότι, πολλούς οδήγησεν στον θάνατον η –υπερβολική- λύπη ή κατάθλιψη, όσους δεν είχαν τον τρόπο να την χαλιναγωγήσουν. Εν τέλει, δεν υπάρχει όφελος από την λύπη, η οποία μπορεί να αλλοιώσει σε μεγάλο βαθμόν την εγκεφαλική λειτουργία, και να σε καταστήσει υπερευαίσθητο και στον θυμόν, στην οργή, όπως λέγει παρακάτω: «Ζήλος και θυμός ελαττούσιν ημέρας, και προ καιρού γήρας άγει μέριμνα». Όταν η λύπη σε εξασθενήσει σε μεγάλο βαθμό, είναι κλονισμένο το νευρικό σου σύστημα, θυμώνεις εύκολα, υποφέρεις διαρκώς, και συνεπώς οδηγείσαι σε πρόωρη γήρανση. γι’ αυτό, πολλές φορές βλέπετε τέτοιους ανθρώπους, οι οποίοι είναι, επί παραδείγματι, πενήντα ετών, και φαίνονται ως να ήσαν ογδόντα.
Όμως, λέγει παρακάτω: «Λαμπρά καρδία και αγαθή επί εδέσμασι των βρωμάτων αυτής επιμελήσεται». Δηλαδή, όταν ο εσωτερικός μας κόσμος είναι αγαθός, ήρεμος και χαρούμενος, τότε η τροφή της ψυχής μας γίνεται ευλογία και ευχαρίστησις, και απολαμβάνουμε τα πάντα. Διότι πλέον, λείπει το βάρος της λύπης που σκεπάζει την καρδιά σου.

Όμως, υπάρχει και μία λύπη, η οποία είναι ωφέλιμος. Η λύπη που σκοτώνει είναι εκείνη που αφορά στα μάταια, τα πρόσκαιρα, τα κοσμικά. Ας δούμε ποία είναι η ωφέλιμος λύπη, συμφώνως με τον Απόστολον Παύλο, εις την 2αν προς Κορινθίους επιστολή του, Κεφ. 7: «Ότι ει και ελύπησα υμάς εν τη επιστολή, ου μεταμέλομαι. Ει και μετεμελόμην (βλέπω ότι η επιστολή εκείνη ει και προς ώραν ελύπησεν υμάς)». Εδώ, να σας αναφέρω περί ποίας επιστολής πρόκειται: Όταν οι Κορίνθιοι είχον περιπέσει εις μεγάλην ανηθικότητα, ο Απόστολος Παύλος τους είχε στείλει μίαν επιστολήν, με σκοπό να ξεχωρίσουν την ανηθικότητα μέσα από την Εκκλησία. Και όντως, αυτό επετεύχθη. Όμως, η επιστολή αυτή, ηδύνατο να λυπήσει τον όποιον αναγνώστη της. Γι’ αυτό λοιπόν, τους εξηγεί ο Απόστολος πως τους ελύπησε και δεν μετανοεί τελικώς, μολονότι υπήρξαν και στιγμές μετάνοιας.
Και λέγει παρακάτω: «Νυν χαίρω, ουχ οτι ελυπήθητε, αλλ’ ότι ελυπήθητε εις μετάνοιαν. Ελυπήθητε γαρ κατά Θεόν, ίνα εν μηδενί ζημιωθήτε εξ ημών». Να, λοιπόν, ποία είναι η ωφέλιμος, σωτηρία λύπη. Πρόκειται διά την λύπη που αισθάνεσαι γιά τις αμαρτίες σου, και όταν την νοιώσεις, πέφτεις σε βαθειά μετάνοια. Εδώ, λοιπόν, έχομεν την πίστιν προς τον Κύριον, διότι γιά να λυπηθείς κατά Θεόν πρέπει να πιστεύεις με όλη σου την καρδιά σε Αυτόν. Και όταν συμβαίνει  αυτό, τότε κάθε φορά που αμαρτάνεις, λυπάσαι! Και κλαις ενίοτε... Αλλ’ αυτή η λύπη σε οδηγεί στην μετάνοια, που είναι η σωτηρία της ψυχής σου.

Ο αμετανόητος άνθρωπος δεν έχει θέσιν στην ουράνιον βασιλεία. Διότι εκείνος που τον υποκινεί να εμμείνει σκληρός μέσα στην καρδιά του και αμετανόητος, δεν είναι άλλος από τον διάβολον! Συνεπώς, αν δεν μετανοήσει ο άνθρωπος καθ’ όλη την ζωή του, τον έχει ήδη εξασφαλίσει ως δικό του ο διάβολος, στην αιωνιότητα! Όταν θα επέλθει η τελική Κρίσις, θα διαχωρισθούν οι άνθρωποι του Θεού, από εκείνους που ακολούθησαν τον διάβολο. Και τότε θα πει ο Κύριος εις αυτούς: «Πορευθείτε εις το πυρ το ετοιμασμένο διά τον διάβολον, και διά όσους τον ακολούθησαν». Επομένως, εξαρτάται από τον ίδιον τον άνθρωπο, να χαρεί δίπλα στον Κύριον εις την αιωνιότητα, ή να βασανίζεται μαζί με τον διάβολο.

Έχομεν, λοιπόν, στην Αγίαν Γραφή, δύο ειδών λύπες. Την -κατά κόσμον- φθοροποιό και θανατηφόρο σωματικώς και ψυχικώς λύπη, και την –κατά Θεόν- λύπη, που οδηγεί στην μετάνοια, η οποία τελικώς σώζει το σώμα και την ψυχή. Διότι, την ημέραν της Αναστάσεως θα λάβωμεν «σώμα», το οποίον θα έχει την ρίζα του στο γήϊνον, αλλά θα είναι Θεωμένο, δηλαδή αιώνιο! Δεν θα κυριαρχεί επ’ αυτού, πλέον, ο θάνατος! Γι’ αυτό, όπως αναφέρει η Γραφή, όταν θα συμβεί η τελευταία φάσις της συντελείας του κόσμου,  ο Θεός θα πεί «κατεπόθης» εις τον θάνατον και τον Άδην, γιά τους ανθρώπους που ηγωνίζοντο να πράξουν το θέλημα του Θεού.
Γιατί θα το πει μόνον γι’ αυτούς; Διότι γιά τους υπόλοιπους, τους αμετανόητους, θα υπάρξει ο θάνατος και κατόπιν της Κρίσεως. Και διατί θα υπάρξει; Διότι «θάνατος» κατά την πνευματικήν έννοιαν, σημαίνει ο αιώνιος αποχωρισμός του ανθρώπου από τον Θεόν.
Και γιατί ονομάζεται «θάνατος»; Διότι είναι καλύτερα να πεθάνεις και να μην αισθάνεσαι τίποτα, παρά να πεθαίνεις καθημερινώς στην αιωνιότητα. Πράγματι, αυτό γίνεται! Όταν ο άνθρωπος απομακρυνθεί από τον Θεό, τότε, μετά την ημέρα της Κρίσεως, θα ζει καθημερινώς τον θάνατον! Η κάθε ημέρα που θα περνά στην κόλαση, θα είναι και ένας θάνατος!
Ενίοτε, εδώ στην γη, συμβαίνει πολλές φορές να πάθουμε κάτι, το οποίο μας φαίνεται πολύ οδυνηρό, ολέθριο, ψυχοφθόρο. Τότε συνηθίζουμε να λέμε «αυτό γα μένα ήταν κόλαση». Τι εννοούμε με αυτό; Πως το γεγονός αυτό ήταν σαν να θανάτωσε την ψυχή σου!
Αν, λοιπόν, αυτό συμβαίνει μερικές φορές κατά την διάρκεια της πρόσκαιρης ζωής μας, καταλαβαίνετε τι θα παθαίνουμε εάν αυτό συμβαίνει στην αιωνιότητα!
Μας το ανέλυσε αυτό ο Χριστός. Μας είπε την ωραίαν παραβολή του πλουσίου και του πτωχού Λαζάρου. Γιατί μας είπε την παραβολήν αυτή; Γιά ν’ αντιληφθούμε πως υπάρχει και πρόγευσις της κολάσεως ή της βασιλείας των ουρανών. Ο πτωχός Λάζαρος της παραβολής, στον οποίο δεν έδινε ούτε ένα ψίχουλον ο πλούσιος, έχει πρόγευσιν ουράνιας βασιλείας. Ο πλούσιος έχει πρόγευσιν κολάσεως. Πως μας παρουσίασεν ο Κύριος αυτή την πρόγευσιν του πλουσίου; Καιγόταν ο λάρυγγάς του και έλεγε: «Πάτερ Αβραάμ στείλε τον πτωχόν Λάζαρον να βρέξει μόνο το δάχτυλό του γιά να δροσίσει το λαρύγγι μου διότι καίγομαι..». Αυτή την παραβολή μας την είπεν ο Κύριος, γιά να πάρομε μίαν εικόνα της κολάσεως.
Αυτό μόνο να σκεφθούμε, είναι αρκετό γιά να μας απαλλάξει από την κοσμική λύπη, αλλά και να λυπηθούμε γιά τις αμαρτίες μας,  να έχομε δηλαδή την, κατά Θεόν, λύπη, η οποία θα μας οδηγήσει σε βαθειά μετάνοια. Τι σημαίνει «βαθειά μετάνοια»; Δεν είναι αυτό που νομίζουν πολλοί, που πηγαίνουν στον παππούλη, του λεν τι έχουν, τους δίδει την συγχωρητικήν ευχήν και επιστρέφουν πάλι στις ίδιες πράξεις, την ίδια ζωή, πάλιν στην ικανοποίηση των σαρκικών επιθυμιών, πάλι στην παρανομία και την αδικία, στην κατάχρηση, την κατάκριση;
Αυτό δεν αποτελεί εξομολόγηση! Ενώ, το να πας μίαν φοράν στην ζωή σου και να βγάλεις κάτω από το πετραχήλι όλα όσα είχες μέσα σου μέχρι τότε –και πολλές φορές κλαίγοντας- και κατόπιν αγωνίζεσαι να μην επανέλθεις στα παλαιά, να διορθώσεις και να εξοπλισθείς με τον καλόν σου λόγο, την καλή σου σκέψη, την εν Χριστώ συμπεριφορά σου, τότε δεν είναι ανάγκη να επισκευθείς και πάλι τον πνευματικόν! Απλώς παίρνε μίαν συγχωρητικήν ευχή...
Ε, λοιπόν, εκεί πρέπει να φθάσει η ορθή λύπη γιά τις αμαρτίες μας! Μας αρκεί μόνον μία φορά, αλλά όταν επιστρέψωμεν, να είμεθα άνθρωποι της, εν Χριστώ, ζωής!
Εύχομαι να μας αξιώσει ο Κύριος. Θα μας αξιώσει, αλλά εμείς πρέπει να το θέλουμε μέσα από το βάθος της ψυχής μας. Και να τολμούμε να ζούμε μέσα στον κόσμο ως θαρραλέοι Χριστιανοί, που θα ομολογούμε τον Χριστόν με τα έργα, τον λόγο και την όλη ορθή συμπεριφορά μας.
Να μας αξιώσει ο Θεός...